Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2018

Αγιος Γέροντας Παΐσιος: «Υπομονή να πας να αγοράσεις!»


– Γέροντα, πως μπορείς να αντιμετωπίσεις τον άλλον, όταν είναι νευριασμένος;
– Με την υπομονή!

– Και αν δεν έχεις;

– Να πας να αγοράσεις! Πουλάνε στα σούπερ-μάρκετ! Κοίταξε, όταν ο άλλος είναι μπουρινιασμένος, ό,τι και να του πεις, δεν γίνεται τίποτε. Καλύτερα εκείνη την στιγμή να σιωπήσεις και να λες την ευχή.

Με την ευχή θα καλμάρει ο άλλος, θα ηρεμήσει και θα μπορέσεις μετά να συνεννοηθείς μαζί του. Βλέπεις, και οι ψαράδες δεν πάνε να ψαρέψουν, αν δεν έχει μπουνάτσα· κάνουν υπομονή, ώσπου να καλωσυνέψει ο καιρός.

– Που οφείλεται, Γέροντα, η ανυπομονησία των ανθρώπων;

– Στην λίγη… εσωτερική τους ειρήνη! Ο Θεός την σωτηρία των ανθρώπων την κρέμασε στην υπομονή. «Ο υπομείνας εις τέλος, σωθήσεται», λέει το Ευαγγέλιο. Γι’ αυτό δίνει δυσκολίες, διάφορες δοκιμασίες, για να ασκηθούν στην υπομονή οι άνθρωποι.

Η υπομονή ξεκινά από την αγάπη. Για να υπομείνεις τον άλλον, πρέπει να τον πονέσεις. Και βλέπω πως με την υπομονή σώζεται η οικογένεια. Είδα θηρία να γίνονται αρνιά. Με την εμπιστοσύνη στον Θεό τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά και πνευματικά.

Τί θὰ ψηφίσουμε, Ἅγιε Γέροντα Πορφύριε;


ekloges

 Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι σὰν τὴν κλώσσα: Κάτω ἀπὸ τὰ φτερά της σκεπάζει καὶ ἄσπρα πουλάκια καὶ μαῦρα πουλάκια». Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν πολιτικοποιεῖται καί, πολὺ περισσότερο, δὲν κομματικοποιεῖται. Σκεπάζει μὲ τὴν ἀγάπη ὅλους, χωρὶς νὰ ταυτίζεται μὲ φατρίες. 

Πες μου, τι λόγο θα δώσεις στο Θεό εσύ που ντύνεις τους τοίχους και όχι τους ανθρώπους;


Πες μου, τι λόγο θα δώσεις στο Θεό εσύ που ντύνεις τους τοίχους και όχι τους ανθρώπους;

Εσύ που στολίζεις ένα ζώο και αδιαφορείς για τα κουρέλια που φοράει ο συνάνθρωπος σου;

Εσύ που σου σαπίζουν τα φαγητά και δε δίνεις σ’ αυτούς που πεινάνε;

Βλέπεις αυτούς τους τοίχους που καταρρέουν από το χρόνο, και που τα ερείπια τους ξεφυτρώνουν μέσα στην πόλη όπως οι σκόπελοι αναδύονται μέσα από το νερό; Όταν χτίζονταν, οι πλούσιοι νοιάζονταν για τους τοίχους και αδιαφορούσαν για τους φτωχούς.

Πού πήγε λοιπόν η μεγαλοπρέπεια τους;

Πού πήγε κι αυτός που περηφανευόταν γι’ αυτή τη μεγαλοπρέπεια; Βλέπεις πώς γκρεμίζονται και χάνονται σαν τα παλάτια που χτίζουν τα παιδιά στην άμμο για να παίξουν; Κι ο πεθαμένος κλαίει στον Άδη για τη ζωή που χαράμισε σε μάταια πράγματα. Να έχεις ψυχή μεγάλη.

Οι τοίχοι, οι μικροί και οι μεγάλοι, κάνουν την ίδια δουλειά.

Όταν μπω σε σπίτι ανθρώπου κακόγουστου και νεόπλουτου και το δω πνιγμένο στα στολίδια, ξέρω πως ο άνθρωπος αυτός δεν έχει τίποτα πιο πολύτιμο από αυτά που φαίνονται, και πως στολίζει τα άψυχα ενώ αφήνει αστόλιστη την ψυχή του.