Του Νίκου Θ. Υφαντή
Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αλβανία καθόλη τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, ακόμη και στις αρχές του 21ου, αντιμετώπισε πλήθος προβλημάτων, τα οποία απείλησαν ακόμη και την υπόστασή της. Θλιβερά γεγονότα, διώξεις, κατατρεγμοί, φυλακίσεις, θάνατοι, αποσχηματισμοί, εξορίες ιερέων, με αποκορύφωμα την κατάργηση της θρησκείας, σημάδεψαν στον 20ο αιώνα την πορεία της Ορθοδοξίας στη γειτονική και συγγενική μας χώρα.
Δεν αμφισβητείται ότι το φάσμα των Ελληνοαλβανικών σχέσεων περνάει μέσα από την ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αλβανία. Μετά την εδραίωση του αλβανικού κράτους, μετά δηλ. το 1920, ακραίοι αλβανικοί εθνικιστικοί κύκλοι δημιουργούσαν κατάσταση εις βάρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και με κάθε τρόπο επεδίωκαν τον αφανισμό της.
Το 1926 το Οικουμενικό Πατριαρχείο απέστειλε στην Αλβανία ως Έξαρχο τον Μητροπολίτη Τραπεζούντος Χρύσανθο, με σκοπό να διερευνήσει την καχυποψία των Αλβανών, οι οποίοι στρέφονταν κατά της Ελλάδος. Αυτή την καχυποψία την ενίσχυαν ακραία εθνικιστικά στοιχεία, τα οποία υπέθεταν ότι η εξάρτηση της Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μπορούσε να αποβεί εις βάρος του νεοσύστατου κράτους. Το κλίμα το επέτεινε και το γεγονός της υπαγωγής του βόρειου Ηπειρωτικού τμήματος στο αλβανικό κράτος. Γνώριζαν οι Αλβανοί ότι η Ελλάδα δεν επρόκειτο να παραιτηθεί των δικαιωμάτων της επί της Βορείου Ηπείρου. Αποτέλεσμα όλων αυτών των διεργασιών υπήρξε η διακοπή των σχέσεων της Αλβανίας με το Οικονουμενικό Πατριαρχείο.
Στην εξέλιξη αυτή πρωτεύοντα ρόλο έπαιξε η άφιξη στην Κορυτσά του Φαν Νόλι. Ο Φαν Νόλι ασχολήθηκε με την πολιτική. Σπούδασε στην Αθήνα και διετέλεσε και δάσκαλος σε ελληνικά σχολεία της Αιγύπτου. Μετέβη στην Αμερική από την οποία επέστρεψε στην αλβανία και αυτοχειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος. Ως επικεφαλής των Αλβανών εθνικιστικών έδρασε εναντίον του ελληνορθόδοξου στοιχείου. Το 1921 έγινε πρωθυπουργός, αλλά παραιτήθηκε το 1923. Η προσπάθεια που κατέβαλε να εισαγάγει την αλβανική γλώσσα στη θεία λατρεία απέτυχε, γιατί ο αλβανικός λαός είχε συνηθίσει να ακούει στις εκκλησίες την ελληνική γλώσσα.
Το 1922 ανακηρύχτηκε αντικανονικά Αυτοκέφαλη, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας με απόφαση του Εκκλησιαστικού Συνεδρίου που συνεκλήθη στο Μπεράτι. Στο Εκκλησιαστικό αυτό Συνέδριο συμμετείχαν και αντιπρόσωποι διορισμένοι από την αλβανική κυβέρνηση. Η συμμετοχή σε Συνέδριο με αντιπροσώπους από τις ελληνόφωνες περιοχές είχε απαγορευτεί.
Αρχηγός της Αυτοκέφαλης Αλβανικής Εκκλησίας ανακηρύχτηκε από το Συνέδριο ο έγγαμος ιερέας Ατ. Βασίλης, ο οποίος πλαισιώθηκε από 8/μελές Συμβούλιο. Ο λαός αντέδρασε για το εκκλησιαστικό αυτό πραξικόπημα. Οι λαϊκές αντιδράσεις αντιμετωπίστηκαν από την κυβέρνηση με βίαια μέσα.
Όπως γράφαμε παραπάνω, το 1926 ορίστηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Έξαρχος ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος. Η συμβολή του, μετά την άφιξή του στην Αλβανία υπήρξε σημαντική. Χάρη στις διαπραγματευτικές του ικανότητες ανασυγκροτήθηκε κανονικά η Εκκλησία και εξασφαλίστηκαν τα δικαιώματα του Πατριαρχείου. Πριν από τον Χρύσανθο το Πατριαρχείο έστειλε τους Επισκόπους Μιλητουπόλεως Ιερόθεο και Συνάδων Χριστόφορο, αλβανικής καταγωγής με αναγνωριστική αποστολή. Οι Επίσκοποι αυτοί προσχώρησαν στην αλβανορθόδοξη κίνηση και αποδέχτηκαν να γίνουν Μητροπολίτες, ο μεν Ιερόθεος Κορυτσάς, ο δε Χριστόφορος Βερετίου (Βελεγράδων).
Ο Χρύσανθος επέτυχε συμφωνία, η οποία περιελάμβανε τα εξής: α) Η Ορθόδοξη Αλβανική Εκκλησία περιελάμβανε τις Μητροπόλεις: Τιράνων, Κορυτσάς, Αργυροκάστρου, Βερατίου και Δυρραχίου. α) Ο Μητροπολίτης Τιράνων θα είναι ο Αρχιεπίσκοπος. γ) Για τη γλώσσα της λατρείας θα εξακολουθήσει το ισχύον καθεστώς.
Ο Γολγοθάς της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας συνεχίστηκε για χρόνια πολλά. Η συμφωνία που έχει επιτευχθεί άρχισε να βάλλεται από Αλβανούς εθνικιστές. Το Πατριαρχείο συνέταξε σχετικό πρωτόκολλο, το οποίο προέβλεπε ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος να μην εκλεγεί από τους υποψηφίους που θα πρότεινε η αλβανική κυβέρνηση. Το αλβανικό υπουργικό Συμβούλιο κατεψήφισε το πρωτόκολλο.
Η κατάσταση επιβαρύνονταν και από τις παρεμβάσεις των εκκλησιαστικών αρχών της Σερβίας και κυρίως της Ρουμανίας, που επιθυμούσαν να εγκαταστήσουν δικούς τους επισκόπους. Οι Σέρβοι επέβαλαν δικούς τους επισκόπους σε όλες τις Μητροπόλεις, τις οποίες ενέκρινε και το αλβανικό κράτος. Όλους αυτούς καθώς και τον Βασίλη, καθήρεσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το 1929 επετεύχθη νέα συμφωνία με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Σύμφωνα με αυτή τοποθετήθηκε Μητροπολίτης Κορυτσάς ο Αγιορείτης Ευλόγιος Κουρίλας και Αργυροκάστρου ο Παντελεήμων Κοτόκος. Η νέα εκκλησιαστική κατάσταση δεν πρόλαβε να παγιωθεί γιατί κηρύχτηκε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Εκκλησία σχεδόν αποδεκατίστηκε. Οι Μητροπολίτες Κορυτσάς και Αργυροκάστρου εκπατρίστηκαν. Η πολιτική αλλαγή στην Αλβανία μετά το τέλος του πολέμου και η εγκαθίδρυση του μαρξιστικού καθεστώτος υπό τον Εμβέρ Χότζα κατάφερε καίριο πλήγμα κατά της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας.
Η αλβανική κυβέρνηση επεχείρησε να υπαγάγει την εκκλησία υπό την δικαιοδοσία της Μόσχας. Ο μέχρι τότε Αρχιεπίσκοπος Τιράνων Χριστόφορος, φυλακίστηκε και πέθανε στη φυλακή. Το 1949 το καθεστώς αναγόρευσε Αρχιεπίσκοπο Τιράνων τον μέχρι τότε επίσκοπο Κορυτσάς Παΐσιο Βοντίτσα. Ο Βοντίτσα χειροτόνησε Μητροπολίτη Κορυτσάς τον Έλληνα Φώτιο Ντούση, Αργυροκάστρου τον Δαμιανό Κοκονέση και Βελεγράδων τον Δανιήλ Τσούλη. Η νέα αντικανονική Ιεραρχία διοικούσε την Εκκλησία από το 1951, ενώ είχε διακόψει κάθε επαφή με τις άλλες ορθόδοξες εκκλησίες.
Με το διάταγμα του 1949 κρατικοποιήθηκε όλη η περιουσία της Εκκλησίας. Το 1966 πέθανε ο Παΐσιος και νέος Αρχιεπίσκοπος αναγορεύτηκε ο από Αργυροκάστρου Δαμιανός.
Το 1967 κατά το Ε’ Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος διακηρύχτηκε ότι η αλβανία είναι «το πρώτο αθεϊστικό κράτος στον κόσμο». Το νέο Σύνταγμα του 1976 απαγόρευσε κάθε εκδήλωση λατρείας. Ακολούθησε κατάσχεση των εκκλησιαστικών περιουσιών, αποσχηματισμός των ιερέων, φυλακίσεις και διωγμοί, μετατροπή των ναών σε κέντρα πολιτιστικά ή σε αποθήκες με αποκορύφωμα την αντιθρησκευτική προπαγάνδα. Ο Αρχιεπίσκοπος Δαμιανός, επειδή αρνήθηκε να εγκρίνει την καταστροφή που γινόταν εις βάρος της Εκκλησίας, συνελήφθη και φυλακίστηκε το 1967. Πέθανε στη φυλακή το 1973 σε ηλικία 80 ετών.
Όμως, η πίστη στην Ορθοδοξία, παρόλους τους κατατρεγμούς, τις φυλακίσεις, τις εκτοπίσεις, τους θανάτους, δεν έσβησε. Αυτή την σκοτεινή περίοδο για την Εκκλησία παρουσιάστηκε και πάλι, όπως επί Τουρκοκρατίας, το φαινόμενο των κρυπτοχριστιανών. Πολλοί ιερείς που είχαν αποσχηματιστεί τελούσαν τη θεία λειτουργία στα σπίτια τους με κίνδυνο της ζωής τους. Ιερά σκεύη, εικόνες, εκκλησιαστικά βιβλία τα είχαν κρύψει σε μυστικά μέρη. Οι κρατικές αρχές είχαν κατασχέσει τα πάντα από τους ναούς και τα μοναστήρια.
Τέλος του 1989 και αρχές του 1990 το κομμουνιστικό καθεστώς στην Αλβανία κατέρρευσε. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο βρέθηκε μπροστά σε μια διαλυμένη Εκκλησία και φρόντισε για την ανασύνταξή της. Τον Ιανουάριο του 1991 όρισε Πατριαρχικό Έξαρχο τον Επίσκοπο Ανδρούσης Αναστάσιο Γιαννουλάτο, με σκοπό να εργαστεί για την ανασυγκρότηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας και των επανευαγγελισμό των Χριστιανών.
Στις 24 Ιουνίου 1992 η Πατριαρχική Σύνοδος εξέλεξε Αρχιεπίσκοπο Τιράνων και Πάσης αλβανίας τον Αναστάσιο και συγχρόνως εκπλήρω τις τρεις Μητροπολιτικές έδρες με την εκλογή των Αρχιμανδριτών: Χριστοδούλου Μουστάκα Μητροπολίτης Κορυτσάς, Αλέξανδρο Καλπακίδη Αργυροκάστρου και Ιγνατίου Τριάντη Βερατίου. Ο Πρόεδρος της Αλβανίας Σάλι Μπερίσα δήλωσε στην πατριαρχική αντιπροσωπεία που τον επισκέφτηκε (4-7-1992) ότι αποδέχεται ως Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας τον Έλληνα Αναστάσιο, όχι όμως και τους άλλους τρεις Μητροπολίτες.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ενθρονίστηκε στις 2 Αυγούστου 1992 και επιδόθηκε με ζήλο και αυταπάρνηση στην εκ θεμελίων ανασυγκρότηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ίδρυσε Ιερατική Σχολή, από την οποία αποφοιτούν ιερείς, συγκάλεσε κληρικο-λαϊκές Συνελεύσεις για διοικητικά θέματα. Ανήγειρε νέους ναούς και επισκεύασε ερειπωμένους, οργάνωσε εκκλησιαστικό τυπογραφείο, μετέφρασε στην αλβανική γλώσσα λειτουργικά βιβλία και ανέπτυξε πλούσια κοινωνική δράση. Αυτά και πολλά άλλα πραγματοποιήθηκαν από το μηδέν με λίγα αφοσιωμένα στελέχη με πολύ κόπο και πολλές αντιδράσεις εκ μέρους αλβανικών εθνικιστικών κύκλων.
Σήμερα υπάρχει έντονη αναγεννητική προσπάθεια στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, η οποία οφείλεται στις προσπάθειες του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, ο οποίος διατηρεί λεπτές ισορροπίες. Έχει αγκαλιάσει όλους τους Ορθόδοξους: Έλληνες, Βλαχόφωνους, Σλάβους και Αλβανούς, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς.
Πρωινός Λόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου