Νά ποιά ἦταν ἡ «Πορφύραινα» τῆς Κρήτης
Στίς 20 Μαΐου ἔφυγε γιὰ τὴν Ἄνω Ἱερουσαλὴμ μία ἀπό τὶς πλέον ἅγιες μορφὲς ποὺ ἔχει νὰ ἐπιδείξει ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα τὰ τελευταῖα χρόνια.
Εἶμαι μοναχὴ σὲ ἕνα μοναστήρι τῆς Κρήτης. Νομίζω πὼς ἔχω σώας τὰς φρένας. Αὐτὰ ποὺ θὰ ἐξιστορήσω ἴσως παραξενέψουν πολλοὺς καὶ μὲ χαρακτηρίσουν ἀλαφροΐσκιωτη, πλανεμένη, σαλεμένη καὶ δὲν ξέρω καὶ ἐγὼ τί ἄλλο. Ὅμως ξέρω τί λέω κοιτάζοντας κατάματα τὸν Χριστὸ στὴν εἰκόνα Του. Προτιμῶ νὰ ἀδικήσω τὴν ἀλήθεια ἀφαιρώντας κάτι, παρὰ νὰ προσθέσω τὸ παραμικρό.
Τὴν Γερόντισσα Γαλακτία γνώρισα στὸ σπιτάκι της μετὰ ποὺ ἦταν κατάκοιτη καὶ ἔγινε μοναχή. Πήγαιναν ἄλλες ἀδελφὲς ἀπὸ τὸ μοναστήρι κι ἐγὼ προτιμοῦσα νὰ μὴν πηγαίνω γιὰ νὰ πηγαίνουν οἱ μεγαλύτερες ἀπὸ ἐμένα. Τῆς ἔκανα ὅμως κάθε βράδυ ἕνα κομβοσχοίνι. Ἀπαντοῦσε ἐκείνη μὲ μία παραδεισένια ἠρεμία καὶ χαρὰ ποὺ ἔνοιωθα ἐκείνη τὴν ὥρα. Κάποτε πῆγα. Τὸ πῶς ἔνοιωσα, δὲν περιγράφεται. Ἐκείνη ἔκανε σὰν παιδάκι ἀπὸ τὴ χαρά της. Μοῦ ἔλεγε: «ἔλα, ἔλα παιδί μου. Ἔλα κόρη μου. Μόνο στὸ τηλέφωνο θὰ μιλᾶμε κάθε βράδυ; (ἐννοοῦσε τὴν προσευχητικὴ ἐπικοινωνία). Ἔλα νὰ σὲ χορτάσω ἐδῶ κοντά μου…». Ἄρχισε…καὶ τί δὲν μοῦ εἶπε!
«πάψε νὰ κλαῖς γιὰ τὸν ἀδελφό σου τὸν Μανώλη. Ἔφυγε νέος ἀλλὰ ἕτοιμος. Ζεῖ στὴ χαρὰ τοῦ Θεοῦ».
«νὰ τρῶς παιδί μου. Εἶσαι ἀδύναμη καὶ τὸ ἐκμεταλλεύεται ὁ σκύλος (ὁ διάβολος) καὶ θέλει νὰ σὲ βρεῖ ἀδύναμη νὰ σὲ σπρώξει. Σὲ μισεῖ, θέλει νὰ σὲ σκοτώσει… Θυμᾶσαι ποὺ σ’ ἔσπρωξε στὸν πρῶτο ὄροφο; Ἦρθε ὅμως ἕνας Ἅγιος ποὺ ἔχετε ἐκεῖ καὶ σ’ ἔπιασε! Δὲν σ’ ἄφησε νὰ πάθεις κακό. Κάποτε σ’ ἔριξε πάνω στὶς κλοῦβες ποὺ ἔχετε ἔξω στὴν κουζίνα. Ὅμως, ἐτοῦτος ὁ μέγας (ἔδειξε τὴν εἰκόνα τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ) ποὺ τριγυρίζει ἐκεῖ ποὺ εἶστε, ἐπρόφθασε κοντά σου!». Μοῦ εἶπε καὶ ἄλλα. Ὅλα εἶχαν γίνει καὶ μὲ ἔπιασε ρίγος. Ὅμως, τὸ πιὸ συγκλονιστικὸ εἶναι τὸ παρακάτω:
Τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα τοῦ 2019 ὑπέφερα ἀπὸ μία φοβερὴ ἀλλεργία στὰ μάτια. Δὲν ἦταν κάτι συνηθισμένο. Οἱ πόνοι ἦταν ἀνυπόφοροι. Ἦταν οἱ χειρότεροι πόνοι ποὺ ἀντιμετώπισα μέχρι τώρα. Ἔγινε ἕνας καυτηριασμὸς στὸ δεξὶ μάτι. Μᾶλλον ἀπέτυχε καὶ οὔρλιαζα κυριολεκτικά. Τὴν Μεγάλη Πέμπτη τὸ βράδυ ἔφθασε ἡ ἔξαρση στὸ ἀποκορύφωμά της. Ἔφυγα ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τῶν Ἁγίων Παθῶν τοῦ Κυρίου οὐρλιάζοντας κυριολεκτικὰ γιὰ τὸ δωμάτιό μου. Γονάτισα στὸν Ἐσταυρωμένο ποὺ ἔχουμε στὸ διάδρομο. Εἶπα μία θερμὴ προσευχή: «Κύριε! Ἐσὺ σταυρώνεσαι ἀπόψε γιά μᾶς! Σ’ εὐχαριστῶ ποὺ μετέχω κι ἐγώ, ἔστω καὶ λίγο, στὰ πάθη Σου. Βοήθησέ με νὰ ἀντέξω». Ἔπειτα μπῆκα στὸ δωμάτιό μου. Τὰ μάτια μου ἦταν γεμάτα αἷμα. Εἰδικὰ τὸ δεξί. Πλύθηκα καὶ βγῆκα ἔξω μὲ κλειστὰ μάτια. Πῆρα ἀντίθετη κατεύθυνση σὲ ἕνα διάδρομο 44 μέτρων. Βρῆκα τὸ τραπέζι καὶ τὸν τοῖχο στὴν ἀριστερὴ περάτωση τοῦ διαδρόμου. Κινήθηκα ἀντίθετα. Ὅταν περνοῦσα μπροστὰ ἀπὸ τὸ δωμάτιο ἀκούω μία φωνὴ νὰ μὲ φωνάζει μὲ τὸ ὄνομά μου. «Δείνα μὴ φοβᾶσαι παιδί μου! Δείνα… μὴ φοβᾶσαι παιδί μου!». Προχώρησα λίγο καὶ προσπάθησα νὰ ἀνοίξω τὰ μάτια μου γιὰ νὰ καταλάβω ποιός μοῦ μιλοῦσε. Δὲν ὑπῆρχε ἄλλη ψυχὴ ἐκεῖ.
Ἀνοίγω τὰ μάτια μου καὶ τί νὰ δῶ! Τὴν Γερόντισσα Γαλακτία!!! Ὅπως ἀκριβῶς ἦταν στὸ κρεβάτι!!! Κρατοῦσε ἕνα μεγάλο Σταυρό!!! Ἦταν μᾶλλον τοῦ παπποῦ της! Τοῦ παπᾶ Νικόλα! Τὴν ἔλουζε ἕνα εἰρηνικὸ οὐράνιο φῶς ποὺ νοῦς δὲν φαντάζεται! Ἄστραψε ὁ κόσμος!
Παρὰ τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρὰ ποὺ ἔνοιωσα, θυμήθηκα τὸν λόγο τῆς Γραφῆς: «Ἀδελφοὶ μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι». Παρὰ τοὺς φρικτοὺς πόνους, ὕψωσα τὸ χέρι μου καὶ ἄρχισα νὰ σταυρώνω καὶ νὰ φωνάζω: «Μέγα τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος… συντριβήτωσαν ὑπὸ τὴν σημείωσιν τοῦ τύπου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Σου πᾶσαι αἱ ἐναντίαι δυνάμεις». Ἐκείνη μὲ καθησύχασε καὶ μοῦ εἶπε: «Ἡσύχασε κόρη μου. Ἡ Γαλακτία εἶμαι! Ἦρθα γιατί εἶδα ὅτι κινδυνεύεις νὰ πεθάνεις ἀπόψε. Ὄχι μόνο νὰ χάσεις τὰ μάτια σου ἀλλὰ νὰ πεθάνεις. Δὲν θὰ ἀντέξει ἡ καρδιά σου τοὺς πόνους». Ἔβαλε τὸν Σταυρὸ πάνω στὸ δεξί μου μάτι! Κόλλησε καὶ δὲν ξεκολλοῦσε γύρω στὰ δέκα λεπτά! Ἡ Γερόντισσα Γαλακτία εὐχόταν. Κάποια στιγμὴ φώναξε: «ἔλα Ἅγιε Γεώργιε»! Αὐτομάτως ἄκουσα δυνατὸ χλιμίντρισμα ἀλόγου καὶ ἔντονο ποδοβολητὸ ἀλόγου δίπλα μου! Δὲν εἶδα ὅμως τὸν Ἅγιο! Ἄκουσα μόνο ἐντονότατα! Ἀφοῦ μὲ σταύρωσε καὶ στὰ δύο μάτια, εἰδικὰ στὸ δεξί, μοῦ εἶπε: «πήγαινε τώρα καὶ ἡσύχασε, σὲ 20 λεπτὰ θὰ εἶσαι καλά»! Ἔνοιωθα παραδεισένια γαλήνη καὶ εὐτυχία! Αὐτὰ τὰ βιώματα δὲν γράφονται καὶ δὲν διηγοῦνται. Πῆγα νὰ τὴν ἀγκαλιάσω, νὰ τὴν εὐχαριστήσω ἀλλά… ἔγινε ἄφαντη.
Ὄντως σὲ 20 λεπτὰ ἤμουν καλά! Τὸ εἶπα ἀμέσως στὴν Ἡγουμένη μου! Δόξασε τὸν Θεό! Μοῦ εἶπε, τὴν ἐπαύριο, μεσημέρι τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς νὰ πάω μὲ μία ἄλλη ἀδελφὴ νὰ τὴν εὐχαριστήσω. Βρῆκα ἐκεῖ τὸν π. Ἀντώνιο μὲ ἕνα πνευματικό του παιδὶ ποὺ νομίζω εἶναι μουσικός. Νεκτάριος Χαραλαμπάκης. Ἦταν καὶ ἡ κυρία Ριρίκα. Ἐνθουσιασμένη ἔτρεξα στὴν ἀδελφή. Γονάτισα στὸ κρεβατάκι της καὶ φώναζα «σᾶς εὐχαριστῶ Γερόντισσα! Σᾶς εὐχαριστῶ Γερόντισσα…». Ἐκείνη μου εἶπε: «σούτ! σούτ! σούτ! μὴν πεῖς τίποτα! Μὴν πεῖς τίποτα!». Ὁ π. Ἀντώνιος κάτι κατάλαβε καὶ εἶπε: «γιατί νὰ μὴν πεῖ; Νὰ πεῖ! Νὰ μάθουμε κι ἐμεῖς». Ἔπεσα στὴν ἀγκαλιά της. Μοῦ ψιθύρισε: «μὴν πεῖς τίποτα καμάρι μου. Ξέρεις πόσο σὲ ἀγαπῶ. Δὲν θὰ ξανάρθω ἐκεῖ ποὺ εἶσαι. Δὲν πρέπει νὰ μιλήσεις». Τῆς ἔκανα ὑπακοή. Λίγες μέρες μετά, πῆγα σὲ ἕνα ὀφθαλμίατρο στὸ Ἡράκλειο καὶ μὲ ἐξέτασε. Μοῦ ἔδωσε φάρμακα. Ὅταν γύρισα, πλενόμουν στὸ πρόσωπο στὸ νιπτηράκι τοῦ δωματίου μου. Ξανὰ ἐμφανίζεται ἡ Γερόντισσα Γαλακτία δίπλα μου! Πόσο χάρηκα! Μοῦ εἶπε: «πέταξε τὰ φάρμακα πού σοῦ ἔδωσε ὁ γιατρὸς γιατί θὰ σὲ τυφλώσουν! Εἶναι ἀκατάλληλα! Νὰ ἀρκεστεῖς στὸ φάρμακο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ»! Ἔπειτα ἐξαφανίστηκε. Ἡ χαρὰ πού μοῦ ἄφησε ἦταν ἀπερίγραπτη! Δὲν περιφρονοῦσε βέβαια τοὺς γιατροὺς καὶ τὰ φάρμακα. Τὰ θεωροῦσε δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἀρκεῖ νὰ τὰ μεταχειρίζονται ταπεινοὶ γιατροὶ ποὺ φωτίζονται ἀπὸ τὸν Ἀρχίατρο! Τὸν Χριστό! Καὶ ὁ ἀείμνηστος ὁ πατέρας της ἦταν γιατρός! Ὅταν κάποτε τὴν ἐπισκέφθηκε ὁ ὀνομαστὸς ὀφθαλμοχειρουργὸς τοῦ Ἡρακλείου….. τοῦ εἶπε χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζει:
«Καλῶς τὸν ταπεινὸ καὶ ἐνάρετο γιατρό! Μὲ τὰ πατήματα τοῦ Χριστοῦ φθιάχνεις τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων…!». Ἔστελνε σὲ γιατροὺς στὸ Ἡράκλειο ποὺ δὲν γνώριζε. Καὶ νὰ γνώριζε, ὁ ἐγκέφαλός της ἦταν κατεστραμμένος.
Π.χ. ἔλεγε σὲ ἀσθενεῖς: «θὰ πᾶτε σὲ μία πλατεία στὸ Ἡράκλειο ποὺ ἔχει ἕνα ἄγαλμα καὶ λέγεται σὰν τὸ ἄγαλμα (Ἀρετούσης). Ἀπὸ πάνω εἶναι μία Ἐκκλησία τῆς Παναγίας (τῶν Σταυροφόρων). Στὸ τάδε σημεῖο εἶναι ἡ τάδε γιατρός. Αὐτὴ εἶναι γιὰ τὴν πάθησή σου. Πήγαινε καὶ πές της ὅτι σὲ πέψαμε ἀπὸ ἐπαέ. Θὰ κάνει αὐτὴ τὰ δικά της καὶ τὰ ὑπόλοιπα ἐμεῖς…!». Ἡ γιατρὸς ἀποροῦσε ποιὰ εἶναι ἡ γιαγιὰ ποὺ παραπέμπει ἀσθενεῖς σ’ αὐτή. Τὴν γνωρίσαμε στὴν κηδεία τῆς Γερόντισσας Γαλακτίας!
Γνωρίζω ἀκόμη ὅτι καὶ μία Ἡγουμένη κρητικῆς μονῆς, θεράπευσε ἡ Γερόντισσα ἀπὸ καθολικὴ ἀλλεργία στὸ σῶμα καὶ τὴν ἀπάλλαξε ἀπὸ τὶς κορτιζόνες! Τώρα νοιώθω τὴν Γερόντισσα Γαλακτία ἄγγελο φύλακα, πρότυπο ζωῆς, προστάτιδα, βοηθό! Μὲ δύναμη περισσότερη στὰ χαρίσματά της θὰ τρέχει παντοῦ. Νὰ ἔχει ὅλος ὁ κόσμος τὴν ἁγία εὐχή της!
Προδημοσίευση από το ΣΤΥΛΟ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ που πρώτα ο Θεός θα κυκλοφορήσει στις 12 Ιουνίου 2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου